- ἀρρήτων
- ἄρρητοςunspokenfem gen plἄρρητοςunspokenmasc/neut gen plἄρρητοςunspokenmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αριθμός — Η έννοια αυτή σχηματίζεται (με διάφορες γενικεύσεις) από την απλούστερη έννοια του φυσικού α. Ένας γενικός ορισμός της έννοιας είναι δύσκολο να δοθεί, αν όχι αδύνατο. Στην καθημερινή ζωή ο όρος χρησιμοποιείται με την έννοια του φυσικού ή του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… … Dictionary of Greek
Κάντορ, Γκέοργκ — (GeorgCantor, 1845 – 1918). Γερμανός μαθηματικός και στοχαστής. Από το 1872 μέχρι το 1905 διετέλεσε καθηγητής του πανεπιστημίου του Χάλε. Ο Κ. είναι γνωστός για τη θεμελίωση της θεωρίας των άρρητων αριθμών, ωστόσο καθιερώθηκε ως o δημιουργός και… … Dictionary of Greek